Η
Ταπεινότητα της έπαρσης
«Τα άδεια
σακιά τα φουσκώνει ο αέρας και τους ανόητους η έπαρση» είπε ο μεγάλος φιλόσοφος
Σωκράτης, όπως και άλλοι μεγάλοι φιλόσοφοι της εποχής πριν και μετά από
εκείνον. Όποιος μέσα του κατέχει την αλύγιστη πεποίθηση της τόσο ελεύθερης
αναζήτησης και της μεγαλοταπεινότητας ότι όλη η εξουσία του κόσμου συσσωρεύεται
στην πένα που κρατάει το χέρι του όσον αφορά την ποίηση, νιώθει όλος διόλου πως
η αδικία και η ελπίδα του κόσμου αυτού να γίνει καλύτερος, κρύβεται στις
κατάμαυρες παιδαγωγικές φλόγες που ο ίδιος σκορπά, και πως η γνώμη για τα
εσώτερα του απαίδευτου αυτοορίζωντα ποιητού εαυτού τους, αναγκαστικά πρέπει να
θεωρείται γνώμη και γνώση για τον γύρω κόσμο.
Τόσο
έντονα κανείς εισδύει στην ακοή του λόγου του ποιητού, που ούτε καν ο ίδιος από
μόνος του δεν αναγνωρίζει σε ποιό μέρος της γης βρίσκεται, ούτε έχει την
διαφωτιστική διάθεση να αποδεχτεί όλους εκείνους τους κανόνες και νόμους που
διέπουν την ποίηση, ούτε να δεχτεί μαθαίνοντας και πρωτίστως διαβάζοντας τους
μεγάλους κλασσικούς της αρχαιότητας και όλα τα θαυμαστά έργα που άφησαν για την
ποίηση, αλλά και πόσο μάλλον να ξεχωρίσει τα αυτονόητα του λόγου μέρη που δεν
είναι άλλα εκτός από δυο, ο πεζός και ο έμμετρος λόγος. Η αυτοσχέδια
ταπεινότητα της έπαρσης τις περισσότερες φορές συνοδεύεται από μεγαλοπρέπεια
και πολυμάθεια που έχει σκοπό να διεκδικεί τα μη πρέποντα και σχεδόν πάντα τα
κίβδηλα του θνητού αυτού κόσμου, νομίζοντας πως έχει κατακτήσει αυτήν την
διαφορετικότητα στην ζωή του. Η αναζήτηση όμως της ποίησης διδάσκει εντελώς
διαφορετικά πράγματα από εκείνα που κανείς αποσπά από τις αβεβαιότητες των
ίδιων αντικριζόμενων ποιητών, οι οποίοι πάντοτε με ανήθικο τρόπο δεν διστάζουν
να προβάλουν ανοιχτά τις συνήθειες και τις απόψεις τους περί του κόσμου που
γυρνά πάντοτε μα πάντοτε γύρω από εκείνους και τις δήθεν αξίες και αντιλήψεις
τους.
«Οι
άνθρωποι δεν ξέρουν τι κάνουν όταν είναι ξύπνιοι, όπως ξεχνούν όσα κάνουν
κοιμισμένοι» και «Οι πολλοί δεν βασανίζουν το μυαλό τους με αυτά που τους
τυχαίνουν, ούτε κι αν μάθουν τα καταλαβαίνουν, αλλά νομίζει ο καθένας ότι κάτι
ξέρει» έλεγε ο προσωκρατικός φιλόσοφος Ηράκλειτος. Η ποίηση αναπόφευκτά κάποτε
οδηγεί στην φιλοσοφία αλλά η πολυμάθεια των αυτοοριζόμενων ποιητών, ούτε μορφές
νέας γνώσης μπορεί να προσφέρει, αλλά ούτε πρωτοτυπία και αυτονομία. Τρέφουν
ακατάπαυστα τα άσπονδα κομμάτια που συγκρατούν την ύψωση της ψυχής και γίνονται
εξόριστοι οπαδοί μιας τόσο μεγάλης τέχνης που στους αιώνες έδωσε δύναμη και
ευφορία στον άνθρωπο.
Η σφοδρή
υπερηφάνεια της τόσο ταπεινής έπαρσης, γεννά πολλούς αιώνες θνητούς ανθρώπους
που μήτε ιδέες μεγάλες ικανοί δεν είναι να πλάσουν και να συγκρατήσουν μέσα
τους, παρά μονάχα να έχουν την ικανότητα εξουσιοδοτώντας τον εαυτό τους, να
μετατρέπουν αυτό το θείο όπλο που λέγεται ποίηση σε κάτι το αυτοκαταστροφικό
και καταχρηστικό. Οι ίδιοι νομίζουν ότι προσφέρουν ακόμη ένα διαμάντι που θα
σώσει τον κόσμο, πείθοντας δυστυχώς τους περιρρέοντες ανθρώπους αποστάζοντας
όλη την σκέψη και οδηγώντας την δυστυχώς σε προσηλυτισμό. Το να έχει κανείς την
εξουσία να ανοίγει μάτια και να γαλουχεί γενιές ανθρώπων δίχως ίχνος γνώσης,
ηθικής, αγάπης, σεβασμού, βούλησης και σκέψης, είναι ένα νόμισμα που η έπαρση
δεν μπορεί να αποδεχτεί, γιατί αναμφίβολα οδηγείται σε τρόπους που έχουν να
κάνουν με την αυτοπροβολή, την αρεστεία, τις βιοποριστικές ανάγκες, την
ματαιοδοξία και πάρα πολλούς άλλους λόγους διαφορετικής φύσης. Ανάγουν τις
δήθεν σκέψεις τους γιγαντώνοντάς τες σε παγκόσμιο αγαθό προσβάλλοντας τον
πολιτισμό και τις αξίες και ιδέες που τόσους αιώνες στέκονται αμετάκλητες μέσα
στο Ελληνικό πνεύμα.
Το να
επαίρονται με ταπεινότητα οι ποιητές, αυτόματα αποκαλύπτουν πράγματα τα οποία ο
κοινός νους εύκολα και γρήγορα μπορεί να παρατηρήσει με τον λογισμό του. Η
αμάθεια, η άγνοια, η ματαιοδοξία και η ημιμάθεια είναι κάποια βασικά στοιχεία
που τους αντιπροσωπεύουν χωρίς φυσικά οι ίδιοι να μπορούν να αναγνωρίσουν στον
εαυτό τους. Η επιδίωξη επίσης το να προσπαθεί να πιστοποιήσει κάποιος τις
απόψεις του με συμπεράσματα των οποίων οι διαφορετικές αποδείξεις που
συγκεντρώνει είναι εντελώς άστοχες και δεν έχουν να κάνουν ούτε στο ελάχιστο με
τα της ποίησης, όπως κανόνες, νόμους, δείχνει ακριβώς τα προαναφερθέντα
στοιχεία που τον διέπουν. Δυστυχώς η αδιαμφισβήτητη αλήθεια που διέπει την
ποίηση είναι κάτι που φέρνει αμφισβήτηση σε όσους αυτοβαφτίζονται με την
έγκριση του Αγίου Πνεύματος ποιητές και πολλές φορές εξισώνουν τους εαυτούς
τους με πολλούς μεγάλους ποιητές της γενιάς του 30 χωρίς καν να αναρωτιούνται
τι θέλουν να πουν ή έστω αν από αυτά που διαβάζουν, κατανοούν την διαφορά της πεζογραφίας
σε σχέση με τον έμμετρο λόγο.
Είναι
λυπηρό δυστυχώς το ότι η αποδοχή του ονομαζόμενου ακαταλόγιστου στίχου φέρνει ανεκδιήγητο
ενθουσιασμό στα μυαλά των ανθρώπων καθώς και έναν απέραντο βαυκαλισμό σκέψης
που είναι έγκλειστος σε λάθος πρότυπα των καιρών και σε ουτοπίες που η τόση
ταπεινότητά τους δημιουργεί μια τέτοια έπαρση που ουδείς είναι σε θέση να
αναγνωρίσει πρωτίστως στον εαυτό του και μετά στον γύρω κόσμο, καθώς έχει στο
πίσω μέρος του μυαλού του ο ποιητής πως πρέπει να αλλάξει τον κόσμο, αν το
έχει, αλλά μάλλον κανείς δεν έχει την ευθυκρισία και την θέληση να αλλάξει
πρώτα τον εαυτό του που είναι τόσο τέλειος όσο οι στίχοι και οι προβληματισμοί
που τον συντρέχουν πάντα με γνώμονα τον εγωισμό.
Όσο η
ταπεινότητα της έπαρσης των ποιητών θα παραμένει σε βαθμό τέτοιον ώστε να
αγκίζει την ανηθικότητα, την προσβολή και τον απροχώρητο εγωισμό, τόσο ο
Πλάτωνας στην Πολιτεία θα συνεχίζει μέχρι και σήμερα, μετά από 2500 χιλιάδες
χρόνια να έχει απέραντο δίκιο για τους ποιητές οι οποίοι, ούτε καν στην πορεία
της ψυχής τους προς το αγαθό δεν διέρχονται, παρά κάνουν μια τεράστια
μεταστροφή προς μιαν ανώφελη και δυσάρεστη ζωή που παρασέρνει μαζί της ναυάγια
γενεών ολόκληρων, οι οποίες αδυνατούν να δεχτούν την πολλαπλότητα, το φως και
το μεγαλείο του Πολιτισμού και της γλώσσας μας, που μέρα την μέρα θάβουν ολοένα
και περισσότερο, αδυνατώντας να αναζητήσουν εκείνα τα καθολικά πρότυπα που
εμπνέουν ιδανικά και δίνουν άλλη
διάσταση στην ζωή και την καθημερινότητα της εποχής.
Κάπως έτσι
λοιπόν ο κόσμος προχωρά, μέσα σε εύκολα σταυροδρόμια αλλότριων προτύπων με
δίχως ίχνος σεβασμού προς την τέχνη των τεχνών, που δεν είναι άλλη απ’ την
ποίηση όπου οι ποιητές, αναπαράγουν αυταπάτες στον αισθητό κόσμο οδηγώντας τις
αρετές σε καταστροφικές αντιλήψεις, λεωργά έργα και οθνεία στοιχεία που γοργά
τρέπονται προς την φλέγρα.
Κι αν
κάποτε η έπαρση εκλείψει από τους ποιητές και επικρατήσει μονάχα η ταπεινότητα,
πράγμα πάρα πολύ δύσκολο αλλά όχι ακατόρθωτο, τότε ο κόσμος ίσως κοιτάξει μέσα
του, ίσως ονειρευτεί καλύτερα τον ιδανικό πολίτη μέσα του σε μιαν ιδανική
πολιτεία του Πλάτωνα, ίσως η αγάπη δεν είχε πια θέση μονάχα έξω από τον κόσμο
αυτόν αλλά και μέσα σε αυτόν, σε κάθε τι που θα ανυψώνει την ολότητα του
ανθρώπου και τον κάνει να στοχάζεται μεγαλύτερες ιδέες και ιδανικά και όχι να
λατρεύει την ασχήμια της βαρείας ύλης που υπονομεύει την ενότητα, την ελευθερία
και την ηθική.
Ποίηση η ζωή μας όλη
ΑπάντησηΔιαγραφήσε ολάνθιστο περβόλι.
Αν όλα αυτά που αναφέρονται σ΄ άρθρο για την ταπεινότητα της έπαρσης των ποιητών ήσαν αληθινά ο κόσμος μας θα είχε ήδη καταστραφεί. Προσωπικά γνώρισα ποιητές που η ταπεινότητα της ποίησής τους αλλά και του χαρακτήρα τους καθρέφτιζαν αληθινούς ανθρώπους.
ΑπάντησηΔιαγραφή