Οι προϋποθέσεις ενός ποιήματος. Κ. Κυτούδης


Οι βάσεις, τα ερωτηματικά
και οι προϋποθέσεις ενός καλού ποιήματος 




Ποια είναι άραγε τα στοιχεία που χρειάζονται για την δημιουργία ενός καλού ποιήματος. Και τι είναι καλό ποίημα; Ένα τεράστιο θέμα, που πιστεύω ότι είναι ανεξάντλητο. Αφού ανεξάντλητο είναι και το θέμα το τι είναι ποίηση. Γνωστό είναι πια για μένα ότι είμαι θιασώτης του έμμετρου λόγου άλλωστε, ξεκινώντας από τους γεννήτορες αυτής, τους αρχαίους Έλληνες, είναι η μοναδική ποιητική γραμματεία που γαλούχησε σε χιλιάδες χρόνια την Ελληνική παιδεία, ξεκινώντας από τον Αριστοτέλη όπου στον μαθητή του Μέγα Αλέξανδρο, δίδασκε τον Όμηρο. Η μεγάλη δυστυχία στην ποίηση, είναι ότι δεν μπορείς να μην φιλολογείς.
  
Ας πάμε, όμως στα ερωτηματικά για την σύνταξη ενός ποιήματος.

Ας πούμε ότι θέλω να γράψω ένα ποίημα. Θέλω να μιλήσω επί παραδείγματι για τους ποιητές, δηλαδή, για τις άστοχες και συνεχείς προσπάθειές τους να γράφουν σα να περιφέρονται όλα γύρω απ’ τον εαυτό τους. Δηλαδή, για την προσωπική τους και μόνο ματαιοδοξία.

Θυμίζω τι είπε ο Νίτσε, είχε πει: Οι ποιητές, είναι αναιδείς με τα βιώματά τους, τα εκμεταλλεύονται.

Θέλω επίσης, να ενοχοποιήσω τον κόσμο από την δήθεν άγνοια της ποίησης, ότι δηλαδή, ο κόσμος δεν φέρνει καμιά ευθύνη για το ότι είναι πιθανών αποστασιοποιημένος από την ποίηση, αλλά ότι το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης, το φέρνουν οι ποιητές.

Προσέξτε πόσα ερωτηματικά έχω, και τι προϋποθέσεις χρειάζονται για να γραφτεί ένα καλό ποίημα. Συνολικά, είναι δώδεκα.

1ον  Να έχω πρωτίστως, αγάπη για την ποίηση. Χωρίς αυτό, καλύτερα να μην προσπαθήσω, ας κάνω κάτι άλλο.

2ον  Να έχω την έμπνευση. Αλλά από μόνο του αυτό δεν φτάνει.

3ον  Θα πρέπει να κατέχω τις τέχνες της ποίησης. Κατά το δυνατόν, τα περισσότερα συνήθη εκφραστικά στοιχεία, και σχήματα λόγου. Όμως, ποτέ ένας καλός τεχνίτης δεν είναι εξ’ ορισμού και καλός ποιητής. Γιατί όμως. Γιατί η τέχνη του ποιητή, δεν είναι ότι οι σκέψεις του θα πρέπει απλά να γίνουν λέξεις. Πρωτίστως, θα πρέπει να γίνουν εικόνες. Δηλαδή κατά τον Σιμωνείδη τον Κείο, να γίνει η ποίηση, λαλέουσα ζωγραφική, δηλαδή ομιλούσα. Θα προσπαθήσει να βρει τις εικόνες, του ήχους, που θ’ αποδώσουν απόλυτα αυτό που έχει στην ψυχή του και θέλει να το πει. Αν δεν τα βρει, θα τ’ αναζητήσει στα γνωστά του στέκια. Κάπου ανάμεσα στα σύννεφα, κάπου ανάμεσα στ’ άστρα και στα φεγγάρια. Κι αν κόμη κι εκεί δεν τα βρει, θα φτιάξει τα δικά του ως οφείλει σαν ποιητής. Τον κόσμο που αυτός θα ήθελε να είναι έτσι, ή που θα έπρεπε να είναι έτσι, κατά τον Αριστοτέλη. Αυτή είναι και η μεγάλη διαφορά που δεν κάνει έναν καλό τεχνίτη, καλό ποιητή. Ένας καλός ποιητής όμως, ή μεγάλος, είναι απαραίτητα και καλός, ή μεγάλος τεχνίτης. Τα παραδείγματα είναι δεκάδες. Αυτό που θα έχει πετύχει στο τέλος, θα είναι να γράψει στην μία και μοναδική γλώσσα που έχει στην ψυχή του. Την ποιητική. Θα πρέπει σε αυτό το σημείο επίσης, να γνωρίζουμε ότι μας προσδιορίζει ένα ύφος, όσον αφορά την ποίηση. Δηλαδή δεν θα πρέπει να υπάρχει χάσμα στο λόγο, με τη ζωή του ποιητή.

4ον Το ερωτηματικό που τίθεται είναι σε τι πιθανών στιχουργική μορφή θα ήθελα να το γράψω. Δηλαδή σε ποιο μοτίβο. Θα πρέπει όμως να γνωρίζω ότι ανταποκρίνεται στο ύφος του ποιήματος. Δεν θα μπορούσα δηλαδή σε κάτι που αφορά υψηλά ιδανικά να το πω με μπαλάντα. Θα επέλεγα ένα ήθελα κάποια στιχουργική μορφή, Ωδή, ελεγειακά δίστιχα, (Ομηρικά) και εάν φυσικά θα ήθελα να προσδώσω και μουσικά στοιχεία στο ποίημα. Δηλαδή έμφαση στον Ρυθμό. Εν ολίγοις, θα πρέπει να έχω ευθυκρισία στην επιλογή γιατί μπορεί να έχω ένα καλό θέμα, αλλά από λάθος επιλογή, να μειώσω το ποίημα. Δηλαδή σαν παράδειγμα εξ’ ορισμού γνωρίζω πως όταν στην ποίηση έχω σκωπτικά στοιχεία, θα επιλέξω την Διονυσιακή σάτιρα. 12σύλλαβη ή το συνηθέστερο 15σύλλαβη και σε μέτρο ιαμβικό.

5ον Εάν θα είναι ο λόγος έμμετρος, γενικά, ή σε κάποιο συγκεκριμένο μέτρο. Και πάλι έχω τα ίδια ερωτηματικά με τις στιχουργικές μορφές και πολύ περισσότερο. Η επιλογή του μέτρου εάν επιλεχθεί, θα πρέπει απόλυτα να συνάδει με το θέμα του ποιήματος. Τη σοβαρότητα και το ύφος που προσδίδει η κάθε μετρική, χωρίς αυτό να σημαίνει, ότι υπάρχουν μέτρα μη σοβαρά, αλλά το κάθε ύφος τους και ρυθμός προσδιορίζουν ίσως και προσεγγίζουν διαφορετικές θεματολογίες. Σ’ αυτό το σημείο, θα πρέπει να προσέξουμε πάρα πολύ, γιατί η επιλογή μιας μορφής με στιχουργικούς κανόνες, δεν κάνει απαραίτητα το ποίημα αξιόλογο και τις περισσότερες φορές, το κάνει ένα άψυχο καλουποειδές κατασκεύασμα. Ας μην ξεχνάμε, ότι ο προορισμός της τεχνικής στην ποιητική τέχνη, είναι να κάνει τις ποιητικές φόρμες δύσκολες, ώστε ν’ αντέχουν στην ποιητική διάρκεια.

6ον  Εάν θα είναι αφηγηματικό, ρεαλιστικό, σουρεαλιστικό ή κάποιας άλλης μορφής από τις τάσεις της ποίησης. Εδώ θα πρέπει να προσέξω, μην παρασυρθώ από κάποια και αλλοιώσω τη συνολική εικόνα του ποιήματος.

7ον Ποια γλώσσα να χρησιμοποιήσω. Απλά την κοινή ελληνική, την δημοτική, την καθαρεύουσα;

*** Κάποιοι πιθανών τώρα, να σκέφτονται και λένε σιγά, μην χρειάζονται όλα αυτά για να γράψω ένα ποίημα. Εγώ τα λέω όλα αυτά, για να γράψει κανείς, ένα καλό ποίημα. Είναι σε αντιμεταβολή τα ίδια εργαλεία, σα να θέλει κανείς να μαγειρέψει. Δηλαδή, θα πρέπει να γνωρίζει απόλυτα τα στοιχεία που θα χρησιμοποιήσει προκειμένου, να μην κάνει απλά ένα φαγητό αλλά να κάνει, ένα πολύ καλό φαγητό.

Συνεχίζουμε λοιπόν με το 7ον . Η επιλογή της γλώσσας που θα χρησιμοποιήσω. Θα μπορούσε να είναι δημοτική και καθαρεύουσα μαζί. Θα μπορούσε ακόμη, να έχει κάποια στοιχεία από γλωσσικά ιδιώματα ή διαλέκτους. Θα μπορούσε ακόμη, να έχει στοιχεία κι από άλλες γραμματείες. Όλα αυτά όμως, προϋποθέτουν γνώσεις, που σημαίνει διάβασμα. Και για να είμαι ακριβέστερος, σημαίνει πολύ διάβασμα.

8ον Δυστυχώς, θα πρέπει να ξέρω πολύ καλά την ελληνική γραμματική. Τον χειρισμό της γλώσσας, και πολύ περισσότερο να είμαι γνώστης της ποιητικής γραμματικής. Κι αυτό σημαίνει, πάλι διάβασμα. Μπορεί να είμαι γνώστης των παραπάνω, αλλά δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι πρώτιστος κανόνας είναι η ηθική. Δηλαδή, κατά την άποψή μου είναι απαγορευτική στην ποίηση οι άσεμνες λέξεις. Τίθεται όμως το ερώτημα. Δηλαδή υπάρχει και ανήθικη ποίηση; Εξ’ ορισμού, θα έλεγα όχι. Αλλά όσο κάποιοι επιμένουν να ονομάζουν τις χυδαιολογίες και τον εκχυδαϊσμό της γλώσσας μας ποίηση, τότε κάποιοι άλλοι, θα την ονομάζουν απλώς, ανήθικη.

9ον Ο τίτλος του ποιήματος. Η αρχή ίσως να ξεκινάει από τον τίτλο. Αυτό όμως δεν είναι απαραίτητο. Μπορεί να γραφτεί πρώτα το ποίημα, και η έμπνευση του τίτλου, να ακολουθήσει.

10ον Ο πρώτος στίχος. Θα πρέπει απ’ την αρχή να προσδιορίζω, το ύφος των όσων θέλω να πω. Θα πρέπει επίσης να τύχει προσοχής, ώστε ο αναγνώστης να θέλει τη συνέχεια.

11ον Ο κορμός της ποίησης δηλαδή, όλοι οι στίχοι εκτός του τελευταίου. Θα πρέπει στη διάρκεια των στίχων, να δίνω τα στοιχεία εκείνα τα οποία θα κάνουν τον αναγνώστη, να κατανοεί το τι θέλω να πω.

12ον Ο τελευταίος στίχος του ποιήματος. Έχω πει πάρα πολλές φορές, ότι ο τελευταίος στίχος, με κλίμακα το 100, είναι το 50. Θα πρέπει να προκαλεί το ενδιαφέρον του αναγνώστη και μετά απ’ αυτό, να στοχάζεται. Θα πρέπει να του δίνει ένα αίσθημα ικανοποίησης, ότι δηλαδή αιτιολογεί πλήρως τα παραπάνω. Θα πρέπει να του δίνει την αίσθηση ότι ποτέ δεν θα περίμενε, να τελειώσει έτσι το ποίημα. Ο τελευταίος στίχος, είναι συνήθως αυτός που εκτός και όλων των άλλων, κάνει το ποίημα περισσότερο, ή λιγότερο ενδιαφέρον. Είναι ο στίχος, που θα μπορέσει να χρησιμοποιηθεί και σαν ρήση. Είναι ο στίχος, που μπορεί να γεννήσει και την ιδέα του τίτλου και μαζί, να κάνουν το ποίημα ενδιαφέρον και αξιώσεων.

Αυτές οι δώδεκα τουλάχιστον προϋποθέσεις είναι κατά την άποψή μου που χρειάζονται για να γραφτεί ένα καλό ποίημα. Και πάλι όμως το καλό ποίημα, είναι ένα τεράστιο θέμα.

Παραθέτω το παράδειγμα των όσων λέω με ένα ποίημα, πιστεύοντας ότι στο ελάχιστο άγγιξα τα παραπάνω. Δεν είναι σε κάποια συγκεκριμένη στιχουργική μορφή, είναι όμως έμμετρο, με αρκετά στοιχεία από τις τέχνες της ποίησης και πρωτίστως φυσικά την αλληγορία.



Τα που φτωχά των ποιητών




Διψούν τα ρυάκια για φεγγάρια κι αλμυρό νερό
και του αετού το πέταγμα οι χαρταετοί ψηλά
μικρά παιδιά να βρίσκουνε στον ίσκιο τους θεό
και τα σπουργίτια στο χειμώνα, μια ζεστή φωλιά.

Πεινούν τα ριζωτά της γης για πρόσφορο και ήλιο
τα που κρυφά τους όνειρα στο χώμα που θαμμένα
το χελιδόνι να ‘φερνε μιαν άνοιξη με φύλλο
τα πιο φτωχά να μοιάζουνε, πιότερο μαγεμένα.

Δεν βρίσκουν τα παιδιά αυλή στο φεγγαρένιο στρώμα
δεν έχουν προσκεφάλι τους ένα χρυσό αστέρι
οι στράτες δεν μεθύσανε σε μαγεμένο γιόμα
και οι ευχές των μυρμηγκιών, δεν βρίσκουν περιστέρι.

Μοιάζει ο κόσμος μας φτωχός πιότερο κι απ’ την άμμο
κι ας κάποιοι με μια λέξη τους, απλά θα λέγαν, γίνε
μα όμως μιλούν για τα φτωχά, που τα δικά τους χάμω
        ο κόσμος, είναι έτοιμος για την ποίηση, οι ποιητές δεν είναι.



*********************************


Κυριάκος Κυτούδης. Καθηγητής ποίησης της International Art Academy


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου